Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Ο ΟΗΕ και το Απαρντχάιντ

Ο Νέλσον Μαντέλα επισκέπτεται το κελί όπου ήταν κρατούμενος

   Το παγκόσμιο κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχασε την εβδομάδα που πέρασε έναν από τους μεγαλύτερους αγωνιστές του. Στις 5 Δεκεμβρίου 2013, ο Νέλσον Μαντέλα, πρωταγωνιστής του αγώνα κατά του Απαρτχάιντ και πρώτος έγχρωμος Πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής έφυγε από τη ζωή. Το κείμενο που ακολουθεί περιγράφει το έργο του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών για την αντιμετώπιση των φυλετικών διακρίσεων.



    Η αντίθεση του Οργανισμού στις φυλετικές διακρίσεις φαίνεται στο Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στην Παγκόσμια Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και επαναλαμβάνεται σε διαδοχικά ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στις φυλετικές διακρίσεις στη Νότια Αφρική, όπου παρουσιάζοντο με τη μορφή του συστήματος της κρατικής επιβολής, γνωστού ως Πολιτική του Φυλετικού Διαχωρισμού (Αpartheid). Τα Ηνωμένα Εθνη είχαν κάνει ειδικές προσπάθειες για να επιφέρουν αλλαγή σε τέτοιες πολιτικές.

   Το 1963, η Γενική Συνέλευση ομόφωνα υιοθέτησε την Διακήρυξη για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων Ολων των Τύπων, η οποία επιβεβαιώνει ότι διακρίσεις με βάση τη φυλή, το χρώμα ή την εθνική καταγωγή είναι προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, άρνηση των αρχών του Χάρτη, παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ένα εμπόδιο στις φιλικές σχέσεις μεταξύ των εθνών.

   Το 1965, η Γενική Συνέλευση υιοθέτησε τη Διεθνή Σύμβαση για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων Ολων των Τύπων, η οποία ζητά τερματισμό των διακρίσεων και την προώθηση της κατανόησης μεταξύ όλων των φυλών. Βασισμένη στην πεποίθηση "ότι οποιοδήποτε δόγμα ανωτερότητας βασισμένο σε φυλετικές διαφορές είναι επιστημονικά λάθος, ηθικά καταδικαστέο, κοινωνικά άδικο και επικίνδυνο και έτσι δεν υπάρχει δικαιολογία για φυλετικές διακρίσεις, στη θεωρία ή στην πράξη, οπουδήποτε". Η Σύμβαση όρισε ως διακρίσεις, "οποιαδήποτε διάκριση, αποκλεισμό, περιορισμό ή προτίμηση βασισμένη σε φυλή, χρώμα, καταγωγή, ή εθνικότητα ή εθνική καταγωγή η οποία έχει πρόθεση ή αποτέλεσμα την ακύρωση ή καταστροφή της αναγνώρισης, της απόλαυσης ή άσκησης, σε ίση βάση, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελειωδών ελευθεριών στο πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό ή οποιοδήποτε άλλο πεδίο της δημόσιας ζωής."

   Πάνω από τα τρία τέταρτα των μελών των Ηνωμένων Εθνών είναι συμβαλλόμενα μέρη αυτής της συμφωνίας, η οποία τα υποχρεώνει να αποκλείουν τις φυλετικές διακρίσεις, να απαγορεύουν πρακτικές διακρίσεων και όπου δικαιολογείται, να διασφαλίζουν την ικανοποιητική ανάπτυξη και προστασία των διαφόρων φυλετικών ομάδων. Τα υποχρεώνει, επίσης, να κηρύσσουν τιμωρητέα με νόμο τη διασπορά ιδεών βασισμένων σε φυλετική ανωτερότητα ή μίσος και να κηρύσσουν παράνομη κάθε οργάνωση που προωθεί το ρατσισμό.

   Το 1969, ιδρύθηκε η Επιτροπή για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων κάτω από τη Σύμβαση ώστε να μελετά εκθέσεις από Χώρες μέρη για μέτρα που υιοθέτησαν για εφαρμογή της Σύμβασης. Η Επιτροπή που αποτελείται από 18 ειδικούς, είναι εξουσιοδοτημένη να μελετά τις εκθέσεις με αντιπροσώπους των αναμεμιγμένων Χωρών και να κάνει εισηγήσεις και εκθέσεις στη Γενική Συνέλευση. Είναι επίσης εξουσιοδοτημένη να συμβιβάζει διαφωνίες μεταξύ κρατών μελών και να κάνει εισηγήσεις για επίλυση τέτοιων διαφωνιών και μπορεί να ακούει παράπονα από άτομα ή ομάδες δεδομένου ότι οι Κυβερνήσεις τους αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα της Επιτροπής. Δώδεκα χώρες μέχρι στιγμής (1987) έχουν αναγνωρίσει την αρμοδιότητα της Επιτροπής σ'αυτό το ζήτημα.

   Η Συνέλευση καθόρισε τη δεκαετία 1973-1983 ως τη Δεκαετία για Δράση για Καταπολέμηση του Ρατσισμού και των Φυλετικών Διακρίσεων και κάλεσε όλα τα Κράτη να εργαστούν για προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδικά για εξάλειψη του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων, για αναχαίτιση κάθε εξάπλωσης ρατσιστικών πολιτικών ιδεών, για τερματισμό ρατσιστικών καθεστώτων και για απομόνωση και διάλυση απατηλών πεποιθήσεων που συμβάλλουν στο ρατσισμό και τις φυλετικές διακρίσεις. Το 1978 η Παγκόσμια Διάσκεψη για καταπολέμηση των Φυλετικών Διακρίσεων, που συνήλθε στη Γενεύη, υιοθέτησε Πρόγραμμα Δράσης για το δεύτερο μισό της Δεκαετίας.

   Η Δεύτερη Παγκόσμια Διάσκεψη για την Καταπολέμηση του Ρατσισμού και των Φυλετικών Διακρίσεων, που έγινε στη Γενεύη, το 1983, υιοθέτησε Διακήρυξη που καταδίκαζε το ρατσισμό και τις φυλετικές διακρίσεις και Πρόγραμμα Δράσης για δεύτερη Δεκαετία για Καταπολέμηση του Ρατσισμού και των Φυλετικών Διακρίσεων. Αυτό το πρόγραμμα περιέχει προτάσεις για δράση ενάντια στην Πολιτική Φυλετικού Διαχωρισμού, περιλαμβανομένων των τομέων της εκπαίδευσης, της δράσης των μέσων μαζικής ενημέρωσης, της προστασίας των μειονοτικών ομάδων, των διαδικασιών προσφυγής για θύματα φυλετικών διακρίσεων, των εθνικών νομοσχεδίων και της δράσης από μη κυβερνητικές οργανώσεις.

   Η Συνέλευση όρισε την 21η Μαρτίου να γιορτάζεται κάθε χρόνο ως η Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων. Αυτή είναι η επέτειος της ημερομηνίας του 1960 όταν κάπου 70 ειρηνικοί Αφρικάνοι διαδηλωτές εναντίον των κανονισμών ελέγχου της διακίνησης των Μαύρων και των Έγχρωμων στη Νότιο Αφρική γνωστών ως "pass laws", σκοτώθηκαν και πάνω από 180 τραυματίστηκαν στη Sharpeville της Νοτίου Αφρικής. 

   Το Apartheid (από την Αφρικάνικη λέξη που σημαίνει "διαχωρισμός") είναι ένας συστηματικός τρόπος θεσμοθέτησης φυλετικών διακρίσεων και διαχωρισμού που εφαρμόστηκε από την Κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής από το 1948 ως επίσημη πολιτική. Κάτω από το apartheid, στους μαύρους Νοτιοαφρικανούς, που είναι η πλειοψηφία των ανθρώπων της Νοτίου Αφρικής, δεν επιτρεπόταν η συμμετοχή στην πολιτική ζωή της χώρας και υπόκειντο σε εκατοντάδες καταπιεστικούς νόμους και κανονισμούς.

   Η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας είχαν κηρύξει το apartheid ασυμβίβαστο με το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Και τα δύο σώματα είχαν χαρακτηρίσει εκείνη την πολιτική ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και είχαν καλέσει όλα τα κράτη να αναλάβουν δράση και να προωθήσουν τον τερματισμό του.  

   Το ζήτημα της Πολιτικής του Φυλετικού Διαχωρισμού (apartheid) ηγέρθη για πρώτη φορά στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 1946. Από τότε, η Συνέλευση, το Συμβούλιο Ασφαλείας και άλλα όργανα των Ηνωμένων Εθνών συμφώνησαν σε ένα πλατύ φάσμα μέτρων από τη διεθνή κοινότητα που αποσκοπούσαν στον τερματισμό του apartheid.
 

   Με την πάροδο του χρόνου, είχε μεγαλώσει η υποστήριξη στην πεποίθηση ότι η εξάλειψη του apartheid και η εγκαθίδρυση μιας αληθινά δημοκρατικής κοινωνίας απαιτούσε την επιβολή ευρέων υποχρεωτικών κυρώσεων εναντίον της Νοτίου Αφρικής. Για πολλά χρόνια, η Συνέλευση ψήφιζε ομόφωνα υπέρ της επιβολής κυρώσεων εναντίον της Νοτίου Αφρικής.

   Σύμφωνα με το Χάρτη, εν πάση περιπτώσει, μόνο το Συμβούλιο Ασφαλείας μπορεί να επιβάλει υποχρεωτικές κυρώσεις. Το Συμβούλιο Ασφαλείας μελέτησε το πρόβλημα από το 1960. Το 1963, κάλεσε όλες τις χώρες να σταματήσουν την πώληση και αποστολή όπλων και σχετικών υλικών στη Νότιο Αφρική. Το 1977 καθιέρωσε υποχρεωτικό embargo όπλων κατά της χώρας αυτής. Αυτή η απόφαση καταγράφτηκε ως η πρώτη φορά στην ιστορία των Ηνωμένων Εθνών που αναλήφθηκε δράση εναντίον Χώρας Μέλους κάτω από το Κεφάλαιο VII του Καταστατικού Χάρτη, που προβλέπει την επιβολή μέτρων εναντίον Χώρας Μέλους σε καταστάσεις που θεωρούνται ότι συνιστούν απειλή για την ειρήνη, παραβιάσεις της ειρήνης και επιθετικές πράξεις.

   Πέραν από τη Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας, πολλά σώματα των Ηνωμένων Εθνών ασχολήθηκαν με το πρόβλημα του apartheid. Η Ειδική Επιτροπή εναντίον του Aparheid παρακολουθεί την κατάσταση και υποβάλλει εκθέσεις στη Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας. Μια Ομάδα Ειδικών για τη Νότιο Αφρική, της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εξετάζει κατηγορίες για κακομεταχείριση πολιτικών φυλακισμένων και άλλων κρατουμένων στη νότια Αφρική.

   Η Γενική Συνέλευση δημιούργησε επίσης τρία εθελοντικά ταμεία - το Trust Fund των Ηνωμένων Εθνών για τη ΝότιοΑφρική, το Μορφωτικό και Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα για την τη Νότια Αφρική και το Trust Fund για Δημοσιότητα ενάντια στο Apartheid - διά μέσου των οποίων μπορούν να γίνονται συνεισφορές για να βοηθούνται θύματα του Apartheid. Ενα τέταρτο ταμείο για θύματα του apartheid διευθύνεται από το Συμβούλιο για τη Ναμίπια (η νόμιμη Διοικούσα Αρχή της Επικράτειας, η οποία κατέχεται παράνομα από τη Νότιο Αφρική περιφρονώντας τη διεθνή κοινότητα).

   Το 1973, η Γενική Συνέλευση υιοθέτησε τη Διεθνή Σύμβαση για την Καταστολή και Τιμωρία του Εγκλήματος του Apartheid και την κήρυξε ανοικτή προς υπογραφή από τα Κράτη Μέλη.

   Τα Ηνωμένα Εθνη για να επικεντρώσουν την προσοχή των Κυβερνήσεων και των λαών του κόσμου στο ζήτημα του apartheid υποστήριξαν ή συνυποστήριξαν παγκόσμιες διασκέψεις και σεμινάρια για τρόπους εξάλειψης του apartheid και γιορτάζουν κάθε χρόνο ένα αριθμό ειδικών ημερών που επισύρουν την προσοχή σε διάφορες ομάδες ανθρώπων που αγωνίζονται ενάντια στο σύστημα αυτό.

   Το 1976, μετά την εξέγερση των φοιτητών στο Σοβέτο και άλλες περιοχές, στις 16 Ιουνίου, η Συνέλευση κήρυξε την ημερομηνία αυτή ως τη Διεθνή Ημέρα της Αλληλεγγύης προς τον Αγωνιζόμενο Λαό της Νοτίου Αφρικής. Τον ίδιο χρόνο η Συνέλευση κήρυξε, επίσης, την 11 Οκτωβρίου ως την Ημέρα Αλληλεγγύης προς τους Φυλακισμένους Πολιτικούς της Αφρικής, ζητώντας την άμεση και χωρίς όρους απελευθέρωση όλων των φυλακισμένων ή υπό περιορισμό προσώπων, εξαιτίας της ανάμειξης τους στον αγώνα για ελευθέρωση της Νοτίου Αφρικής. Το 1981, η Συνέλευση αποφάσισε να τηρήσει την 9 Αυγούστου - επέτειο της πορείας των γυναικών, που έγινε το 1956, προς το γραφείο της Κυβέρνησης της Νοτίου Αφρικής, στην Πρετόρια, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την επέκταση των "pass law" στις γυναίκες της Αφρικής - ως τη Διεθνή Ημέρα εορτασμού της Αλληλεγγύης προς τον Αγώνα των Γυναικών στη Νότιο Αφρική και τη Ναμίπια.

   Το 1977, η Ειδική Επιτροπή εναντίον του Apartheid βοήθησε τη στήριξη μιας Παγκόσμιας Διάσκεψης για Δράση εναντίον του Apartheid στο Λάγος, στη Νιγηρία. Η διακήρυξη που υιοθετήθηκε από τη Διάσκεψη και επικυρώθηκε αργότερα από τη Γενική Συνέλευση επιβεβαιώνει τη δέσμευση των Κυβερνήσεων και των λαών του κόσμου να παίρνουν μέτρα για εξάλειψη του apartheid. Η Συνέλευση, επίσης, κήρυξε την περίοδο Μάρτιος 1978 μέχρι Μάρτιος 1979 ως Διεθνές Έτος Anti-Apartheid.

   Το 1981, η Διεθνής Διάσκεψη για κυρώσεις εναντίον της Νοτίου Αφρικής, που έλαβε χώρα στο Παρίσι, ζήτησε περαιτέρω διεθνή δράση για απομόνωση της εν λόγω χώρας, περιλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων κάτω από το Κεφάλαιο VII του Χάρτη. Η Συνέλευση κήρυξε ακολούθως το 1982 ως Διεθνές 'Ετος Κινητοποίησης για Κυρώσεις εναντίον της Νοτίου Αφρικής.

   Τον Ιούλιο του 1985, μετά τη σημαντική επιδείνωση της κατάστασης στη Νότιο Αφρική, που σημαδεύτηκε από την επιβολή νέου συντάγματος και την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης, από το ρατσιστικό καθεστώς της Νοτίου Αφρικής, το Συμβούλιο Ασφαλείας κάλεσε τα Κράτη Μέλη να υιοθετήσουν ένα αριθμό οικονομικών μέτρων εναντίον του καθεστώτος του Apartheid, τέτοια όπως, αναστολή όλων των επενδύσεων και εγγυημένων δανείων στη Νότιο Αφρική, απαγόρευση πώλησης χρυσών νομισμάτων, απαγόρευση νέων συμβολαίων στο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας και περιορισμούς στο πεδίο του αθλητισμού και των πολιτιστικών σχέσεων.

   Το 1986, η Παγκόσμια Διάσκεψη για κυρώσεις εναντίον του Ρατσισμού στη Νοτιο Αφρική που έλαβε χώρα στο Παρίσι, συνέπεσε χρονικά με τη δέκατη επέτειο της εξέγερσης του Σοβέτο. Η Διακήρυξη που υιοθετήθηκε από τη διάσκεψη ζητούσε ένα εκτεταμένο, σε παγκόσμια κλίμακα, σύστημα υποχρεωτικών οικονομικών κυρώσεων, που αποσκοπούσαν να επιφέρουν ένα τέλος στο apartheid και στην παράνομη κατοχή της Ναμίπιας από τη Νότιο Αφρική και στις επιθέσεις της εναντίον γειτονικών χωρών.

   H καταδίκη του apartheid ως εγκλήματος αναβαθμίστηκε σε διεθνή νόμο με την υιοθέτηση από τη Γενική Συνέλευση, το 1973, της Διεθνούς Σύμβασης για την Καταστολή και Τιμωρία του Εγκλήματος του Apartheid. Η Σύμβαση προνοεί ότι διεθνή ευθύνη για το έγκλημα του Apartheid θα επιφορτίζεται σε άτομα, μέλη οργανώσεων και ιδρυμάτων καθώς και σε αντιπροσώπους χωρών, είτε διαμένουν στην χώρα όπου οι πράξεις εκτελούνται είτε οπουδήποτε αλλού. Τα υπό κατηγορία πρόσωπα μπορεί να δικαστούν από οποιαδήποτε Χώρα μέρος της Σύμβασης. Οι Χώρες μέρη της Σύμβασης υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις κατά περιόδους σε μια ειδική τριμελή ομάδα της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, σε σχέση με τα βήματα που γίνονται για εφαρμογή της Σύμβασης. Τη Σύμβαση έχουν επικυρώσει ή προσχώρησαν σ'αυτή περισσότερες από 85 Χώρες. 




Πηγή: Απόσμασμα από τη μεταφρασμένη έκδοση (μτφρ. Κ. Κάλαττας) του συγράμματος του Τμήματος Δημοσίων Πληροφοριών του ΟΗΕ, Human Rights: Questions & Answers, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα της Επιτροπής για την Αποκατάσταση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σ' Ολόκληρη την Κύπρο.

Προσθήκη: Το άρθρο 7 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αναφέρει ρητά το έγκλημα του Απαρτχάιντ μεταξύ των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που υπάγονται στη δικαιοδοσία του. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...